Στις περισσότερες μελέτες και αναλύσεις σχετικά με την
αυτοεκτίμηση τονίζεται η σημασία των θετικών εμπειριών και μηνυμάτων στην
παιδική ηλικία για τη δημιουργία θετικής αυτό-εικόνας. Η βαρύτητα των βιωμάτων
της παιδικής ηλικίας είναι οπωσδήποτε καθοριστική, όμως έχει μεγάλο ενδιαφέρον
το ερώτημα της ευστάθειας αυτής της αυτό-εκτίμησης στην ενήλικη ζωή: ποιοι παράγοντες
μπορεί να την επηρεάσουν και πόσο.
Καθώς οι συνθήκες ζωής πολλών συμπολιτών μας αλλάζουν
δραστικά και αντίξοα, η αυτό-εκτίμηση συχνά δοκιμάζεται. Άλλοτε αντέχει, άλλοτε
όχι. Καθοριστικοί παράγοντες κατά τη γνώμη μου, πέρα από τα θετικά βιώματα στην
παιδική ηλικία, είναι η θετική ερμηνεία των περιστάσεων, η συμπεριφορά του
ίδιου του ατόμου προς τους άλλους και τον εαυτό του και το υποστηρικτικό
περιβάλλον.
Η γνωσιακή συνιστώσα, δηλαδή η ερμηνεία των αρνητικών
περιστάσεων είναι σημείο καμπής για την σταθερότητα της αυτό-εκτίμησης. Αν για
παράδειγμα, η ανεργία, η απόρριψη από το σύντροφο, το πρόβλημα υγείας ή η
έλλειψη χρημάτων ερμηνευτούν, έστω και υποσυνείδητα, ως προσωπική αποτυχία ή
τιμωρία, η αυτό-εκτίμηση σιγά σιγά διαβρώνεται, χωρίς καν το άτομο να το
καταλάβει. Καταλύτης εδώ είναι η χρονική διάρκεια κατά την οποία διατηρείται η
δύσκολη συνθήκη. Όταν ‘τραβάει’ για μεγάλο χρονικό διάστημα, π.χ. χρόνια, όπως
η σημερινή κρίση, η δοκιμασία γίνεται πολύ πιο δύσκολη: Άτομα που θα μπορούσαν
να ανταπεξέλθουν θετικά για 1 ή 2
χρόνια, βρίσκουν τις αντοχές τους να φθείρονται, τις δυνάμεις τους να τους εγκαταλείπουν.
Η παράταση της δυσκολίας, πέρα από κάποιο σημείο ‘βρασμού’, μπορεί να επηρεάσει κάποιους να αλλάξουν
ακόμη και την ερμηνεία των αρνητικών περιστάσεων και εν τέλει να την
εσωτερικεύσουν, ενώ η προβολή προς το μέλλον (‘θα είναι πάντα έτσι;’) τους
οδηγεί σε πανικό, ένα άλλο συστατικό καταρράκωσης της αυτό-εκτίμησης.
Σχετικά με την ενοχοποίηση είναι πολύ σημαντικό να θυμάται
το άτομο να χρησιμοποιεί μια πιο πνευματική (αλλά όχι τιμωρητική) θεώρηση: όχι,
η δυσκολία δεν είναι προσωπική αποτυχία, ακόμη κι αν κρατά για μεγάλο χρονικό
διάστημα. Υπάρχει πάντα το ‘πλήρωμα του χρόνου’, όπου συνήθως εντελώς ξαφνικά,
οι συνθήκες αλλάζουν με πολύ λιγότερη προσπάθεια από ό,τι το άτομο θα περίμενε.
Το πλήρωμα του χρόνου καθορίζεται από την εσωτερική ψυχική ετοιμότητα, όπως
επίσης και το σχέδιο της ψυχής του κάθε ατόμου: η απόρριψη κάθε μεταφυσικής ή
πνευματικής διάστασης στη ροή των γεγονότων της ζωής, στερεί το άτομο από
νόημα, ανακούφιση κι ελπίδα. Το καθιστά μόνο, τρομαγμένο και άβουλο. Έτσι
ακριβώς όπως είμαστε σήμερα ως λαός. Η πνευματική διάσταση είναι αυτή που
ανατάσσει, αναπτερώνει και δυναμώνει. Χωρίς αυτήν, νιώθουμε έρμαια μιας ανεξέλεγκτης
τύχης, όπου ο καθένας πατά επί πτωμάτων για να σωθεί. Με αυτήν, γνωρίζουμε ότι
κάθετι έχει σχεδιαστεί για ένα σοφό σκοπό,
ότι έχει αρχή και τέλος, ότι δεν είμαστε μόνοι και δεν είμαστε αποτυχημένοι. Η
πνευματική διάσταση είναι η βάση της αυτό-εκτίμησης.
Άλλοι παράγοντες που ενδεχομένως κλονίζουν την
αυτό-εκτίμηση στην ενήλικη ζωή είναι: η παρατεταμένη απομόνωση, η συνεχής
σύγκριση με άλλους σε καλύτερη μοίρα από εμάς, η κοινωνική περιθωριοποίηση, και
φυσικά, οι κακοποιητικές σχέσεις. Για τις τελευταίες έχω μιλήσει εκτεταμένα σε
πολλά άρθρα, αλλά και στα βιβλία μου. Με όλη την εμπειρία, εξακολουθώ να
υποστηρίζω ότι η μοναδική δυνατότητα για να διατηρηθεί αλώβητη η αυτοεκτίμηση
είναι το άτομο να φύγει από την κακοποιητική σχέση. Επειδή ακούγονται και
διάφορες ντεμί, κατά τη γνώμη μου, απόψεις, ότι το θύμα μπορεί και να μείνει,
να αλλάξει το σύντροφο, ή να μάθει να το υπομένει, ή να κάνουν και οι δυο
θεραπεία, η θέση μου είναι ξεκάθαρη. Δεν μπορεί σε μια τόσο στενή σχέση , η
οποία περιλαμβάνει συναισθηματική και σωματική εγγύτητα, να παραμείνει η
αυτοεκτίμηση αλώβητη, αν ο σύντροφος είναι κακοποιητικός. Αν το άτομο αδυνατεί
να φύγει, τουλάχιστον θα πρέπει να το θέσει ως πρωταρχικό στόχο και να
εργάζεται προς αυτόν τον στόχο, που θα
τον πραγματοποιήσει όταν είναι έτοιμο. Ο σύντροφος ΔΕΝ θα αλλάξει, όσο το θύμα
παραμένει. Για κάποιους, η παραμονή φαντάζει λιγότερο τρομακτική από τη
μοναξιά. Όμως η αυτό-εκτίμηση έτσι καταρρακώνεται και, κατά τη γνώμη μου, καμία
σχέση δεν αξίζει τέτοιο τίμημα.
Η παρατεταμένη μοναξιά επίσης μπορεί να συμβάλλει
σταδιακά στην πτώση της αυτό-εκτίμησης. Κι εδώ όμως, η στάση μας, η ερμηνεία
και η νοηματοδότηση της μοναξιάς είναι καταλυτικές: σκέφτεται κανείς τους
ηλικιωμένους που εναγωνίως περιμένουν να τους μιλήσει κάποιος, να τους δώσει
κάποιος σημασία. Είναι ανθρώπινο, όμως μήπως είναι και συνέπεια της
εσωτερικευμένης αντίληψης ότι τα γηρατειά αναγκαστικά αποτελούν μια ηλικία μιζέριας, πόνου, δυστυχίας και
μοναξιάς; Η μοναξιά σήμερα δεν χρειάζεται να συνοδεύεται από ενοχοποίηση, καθώς
είναι ένα πολύ διαδεδομένο σύμπτωμα του ατομικιστικού μοντέλου ζωής που
εξακολουθούμε να διαφυλάττουμε ως κόρη οφθαλμού, παρά την κρίση. Πάρα πολλοί
άνθρωποι, οποιασδήποτε ηλικίας και παρά την ύπαρξη ανθρώπων γύρω τους,
εξακολουθούν να νιώθουν μόνοι. Όμως υπάρχουν επιλογές: η μοναξιά μειώνεται με
την επαφή με τη φύση, με την πνευματική ζωή και με την ανιδιοτελή προσφορά προς
τους άλλους και με τις προσεκτικά επιλεγμένες φιλίες. Αν δεν υπάρχει κάποιος
άνθρωπος, υπάρχει πάντα ο Θεός να μας ακούσει και μάλιστα πολύ προσεκτικά. Αν
δεν υπάρχει κάποιος για να δούμε, υπάρχει η φύση που, αν ανοίξουμε τα μάτια
μας, τη βλέπουμε και μας βλέπει κι εκείνη. Κι αν δεν υπάρχει κάποιος για να μας
δώσει αυτό που έχουμε ανάγκη, υπάρχουμε εμείς για να δώσουμε σε κάποιον άλλον
αυτό που εκείνος έχει ανάγκη, κι έτσι, γινόμαστε πλήρεις. Η μοναξιά
κι οι ανάγκες τότε εξαφανίζονται, ακόμη κι αν έχουμε να μιλήσουμε με κάποιον
για πολύ καιρό. Δεν είμαστε τα φοβισμένα, μικρά ανθρωπάκια που απελπισμένα
ζητιανεύουν προσοχή από τους άλλους σε έναν κόσμο που όλοι φοβούνται ο καθένας
για τον εαυτό του- σήμερα ίσως περισσότερο από ποτέ. Είμαστε παιδιά του Θεού,
με τις ισχυρότερες δυνάμεις του Σύμπαντος δίπλα μας και μαζί τους οποιαδήποτε
δυσκολία δεν είναι παρά κόκκος σκόνης, που εύκολα φυσάμε από πάνω μας.
Άλλοι σημαντικοί παράγοντες για την διατήρηση σταθερής
αυτό-εκτίμησης, με σχόλια για την εθνική μας αποδυνάμωση:
1)Να παίρνουμε ρίσκα, να μην το ‘παίζουμε’ ασφαλείς. Όσο
πιο πολύ αποφεύγουμε τα ρίσκα, τόσο πιο πολύ φοβόμαστε, τόσο πιο ανεπαρκείς
νιώθουμε και μετά πάλι, τόσο πιο πολύ αποφεύγουμε τα ρίσκα. Είναι ένας φαύλος
κύκλος, που δυστυχώς πολλές φορές ξεκινά από την ‘ελληνίδα μάνα’. Φοβισμένη κι
αποδυναμωμένη η ίδια, λόγω της γενικότερης βαθιάς υποτίμησης της γυναίκας στην
κοινωνία μας, αλλά και με πολλά διαγενεακά και ιστορικά τραύματα που δε λέει να
ξεπεράσει, γαντζώνεται στα παιδιά της πάνω στα οποία προβάλλει ελεγκτικά τους δικούς
της φόβους και ανασφάλειες. Με την απουσία της ειλικρινούς πνευματικότητας και
πίστης (που είναι η πραγματική πηγή θάρρους και κουράγιου στη ζωή μας),
χρησιμοποιεί τη θρησκεία, για να ζητήσει μεν προστασία για τα παιδιά της, αλλά
κατά τ’ άλλα να καθοδηγήσει εκείνη τη
ζωή τους κι όχι ο Θεός, στον οποίο κατά βάθος δεν έχει καμία εμπιστοσύνη. Η έλλειψη ουσιαστικής πίστης στο Θεό μεταδίδεται
στα παιδιά της μέσα από την πίστη της στο
φόβο (δηλαδή το αντίθετο από την πίστη στο Θεό), όσο κι αν τρέχει την
οικογένειά της στις εκκλησίες. Όταν ο Καζάκης λέει ότι έτσι και γινόταν
πόλεμος, η πλειοψηφία των Ελλήνων, όχι μόνο δεν θα πέθαιναν για την πατρίδα,
αλλά θα έβαζαν ‘μέσο’ (με πρωταγωνίστρια μηχανορράφο την ελληνίδα μάνα
συμπληρώνω εγώ), ώστε να έφευγαν όλοι σε άλλες χώρες, πολύ φοβάμαι ότι έχει
δίκιο. Για αυτό βρισκόμαστε στο στάδιο της αποδυνάμωσης που είμαστε σήμερα. Λόγω
της έλλειψης αληθινής πίστης και παντελούς αδιαφορίας για το κοινό καλό.
Αλλά οι ολέθριες συνέπειες αυτών των δύο κακών δεν βασανίζουν μόνο τη χώρα, αλλά
πρωτίστως εμάς του ίδιους Όταν το αναγνωρίσουμε αυτό, όταν πια η εναγώνια
προστασία του τομαριού μας και η εμμονή με το εγώ μας γίνουν ασφυκτικά βαρετά,
τότε ίσως καταφέρουμε να βγούμε από τη φυλακή της εσωστρέφειάς μας και με τη
βοήθεια του Θεού, που είναι εξ’ορισμού η πηγή του αλτρουισμού, καταφέρουμε να
πιστέψουμε πάλι και να υπερασπιστούμε αξίες και ιδανικά.
2)Να αναζητούμε
τηn εσωτερική μας καθοδήγηση: Η φωνή του Θεού μιλά σε όλους μας- όχι μόνο σε
κάποια ‘εκλεκτά’ άτομα- σε όποια μορφή
εξουσίας κι αν ανήκουν. Ένα σημαντικό τμήμα της προσωπικής, αλλά και εθνικής
αποδυνάμωσης είναι η ‘ευκολοπιστία’ μας (suggestibility), δηλαδή η ευκολία με την οποία θεωρούμε κάποιον άλλον άνθρωπο αυθεντία
και παίρνουμε όσα λέει κατά γράμμα. Μου κάνει εντύπωση όποτε ρωτώ τους μαθητές
μου, «θα πρέπει ένα ενήλικο άτομο να επηρεάζεται από τις γνώμες των άλλων ή όχι;»,
η απάντηση σχεδόν πάντα είναι «Όχι από τους συνομιλήκους, αλλά να κάνουμε ό,τι μας
λένε οι γονείς μας». Και αν οι γονείς κάνουν λάθος; Αν οι γονείς είναι
διεφθαρμένοι; Αν οι γονείς τα έχουν κάνει θάλασσα στη δική τους ζωή; Αυτό φαίνεται δεν παίζει σαν σενάριο, γιατί
προφανώς οι Έλληνες γονείς αρέσκονται να παρουσιάζουν τους εαυτούς τους ως
αλάνθαστα δόγματα και να ελέγχουν απόλυτα τη ζωή των παιδιών τους μέχρι να
πεθάνουν. Δεν μαθαίνουν στα παιδιά να εμπιστεύονται σιγά σιγά τη δική τους εσωτερική
πυξίδα, ακόμη κι αν κάποια στιγμή αυτή διαφωνήσει με τη γνώμη των ίδιων. Έτσι όμως
τα παιδιά δεν μεγαλώνουν ποτέ. Ανεκπλήρωτα και καταφοβισμένα, γαντζώνονται στα
δικά τους παιδιά και ο κύκλος συνεχίζεται. Ένας ακόμη λόγος γιατί είμαστε τόσο
αποδυναμωμένοι ως έθνος….
3)Βασικότατο στοιχείο για την προστασία της αυτό-εκτίμησής
μας είναι να μην προδίδουμε και να μην
πληγώνουμε τους άλλους. Κάθε προδοσία είναι προδοσία εναντίον του εαυτού μας.
Νομίζουμε ότι αν έχουμε την αντικειμενική δυνατότητα να την ‘κοπανήσουμε’,
χωρίς γκρίνιες ή αντίποινα, τότε θα ξεχαστεί κι εμείς θα συνεχίσουμε τη ζωή μας
κι όλα καλά. Δεν είναι έτσι. Η κάθε μας πράξη, θετική ή αρνητική μας κυνηγά σε
όλη μας τη ζωή, αποζητώντας την εξισορρόπησή της. Αν ήταν θετική, θα δρέψουμε τους καρπούς της. Αν ήταν αρνητική, επίσης. Ταυτόχρονα όμως, η κάθε μας πράξη
επηρεάζει την αίσθηση του αυτοσεβασμού μας και η ζωή είναι πολύ δύσκολη χωρίς
αυτοσεβασμό. Στην καθημερινότητα, έχει
μεγάλη σημασία να συγκρατούμε τα νεύρα μας και να μη μας ξεφεύγει εκείνη η
δηλητηριώδης κουβεντούλα, που δεν την εννοούμε μεν, αλλά την ξεστομίζουμε και
κάνει τη ζημιά της.
4) Να αποζητούμε την σύνδεση και την ειλικρινή επαφή
κι επικοινωνία με τους άλλους. Χρειάζεται μεγάλη διάκριση, αλλά υπάρχουν
άνθρωποι με τους οποίους μπορούμε να εμπιστευτούμε μέρη του εαυτού μας και αυτό
είναι η ελπίδα μας. Αν όλοι πια γίνουμε τόσο καχύποπτοι που φοβόμαστε να
μιλήσουμε ο ένας στον άλλον κι εκείνοι σε εμάς, τότε είμαστε καταδικασμένοι σε
σιωπηλή και μοναχική πνευματική εξαφάνιση. Το ειλικρινές μοίρασμα στις ψυχοθεραπευτικές
ομάδες είναι ένα σύγχρονο βήμα για την ανάκτηση αυτής της χαμένης εμπιστοσύνης και
σύνδεσης με τους άλλους.
5)Να κατανικήσουμε
την έλξη προς το αρνητικό: Να δούμε μέσα μας πότε και γιατί ελκούμαστε σε
αρνητικές επιλογές, αρνητικές σκέψεις, αρνητική αισθητική. Το αρνητικό, ο ‘πειρασμός’
όπως αναφέρεται στα πνευματικά κείμενα, είναι σαν το γλυκό νέκταρ που
εγκλωβίζει το έντομο. Στην αρχή γλυκαίνεται και ικανοποιεί τη βουλιμία του, όμως
παγιδεύεται εκεί για πάντα και αυτό είναι το αργό και βασανιστικό του τέλος.
Επιλογές καλούμαστε να κάνουμε συνεχώς σε όλα τα επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει
η ανώτερη και η κατώτερη επιλογή. Η φωνή του εγώ συνήθως πετάγεται και μιλάει
πρώτη, προσπαθώντας να αναλάβει την πρωτοκαθεδρία και να ‘τρέξει’ τη ζωή μας.
Το αρνητικό υπόσχεται άμεσα μεγαλεία, φανταχτερές απολαύσεις και απολαβές,
εξουσία και αμοιβές. Σε μια αποθέωση του εγώ, το άτομο παρασυρμένο από τη
γλυκιά μυρωδιά, τυφλωμένο από τις υποσχέσεις, εθελοτυφλώντας προς τους κινδύνους,
αλλά και κωφεύοντας στην μικρή εσωτερική φωνούλα που του λέει «Περίμενε, για να
στα λένε τόσο φανταχτερά, κάτι δεν πάει καλά», το άτομο πέφτει στην παγίδα. Τα
προβλήματα είναι για να επιλύονται, όχι για να εξαφανίζονται μονομιάς όπως υπόσχεται
ο πειρασμός. Με κολακείες και χειρισμό, ενισχύει στο άτομο την ανάγκη να
υπηρετήσει το δικό του εγώ, αλλά και τον ίδιο τον πειρασμό. Ο οποίος φυσικά δεν
θα σταματήσει εκεί, αλλά θα ζητήσει κι άλλα, κι άλλα, κι άλλα μέχρι να του τα
πάρει όλα, να τον βάλει να κάνει πράγματα που δεν θα ήθελε ποτέ να κάνει, να
διαβρώσει τη ψυχή του και, εν τέλει να
οδηγήσει το άτομο στην απόλυτη εσωτερική εξαθλίωση. ‘Απαξ και γίνει ο πρώτος
συμβιβασμός με τον πειρασμό για να εξυπηρετηθεί το ‘εγώ’, μετά θα ζητηθεί κι άλλος
κι άλλος κι άλλος. Πολλές φορές τα άτομα αυτά, που παρασύρονται σε όλων των
ειδών τους συμβιβασμούς της ακεραιότητά τους για προσωπικό όφελος, είναι αυτά
ακριβώς που αναρριχώνται στις δομές εξουσίας. Όχι όλα, αλλά συμβαίνει. Μπορεί
να φαίνεται ότι έχουν τεράστια δύναμη, όμως στην πράξη δεν έχουν καμία, γιατί
είναι απόλυτα υποταγμένα στις δυνάμεις που τους ελέγχουν. Ακόμη κι όταν δεν το
θέλουν, εξαναγκάζονται να κακοποιούν τους άλλους, λαούς ολόκληρους,
δημιουργώντας τεράστιο καρμικό χρέος και σιχαίνοντας τους εαυτούς τους. Οι φαινομενικά
ισχυροί είναι εσωτερικά απόλυτα ανίσχυροι.
Αυτή είναι η διαφορά με το καλό: δεν υπόσχεται πολλά,
αλλά ζητά επίπονη δουλειά κι επιμονή. Όμως σέβεται πάντα την αξιοπρέπεια και την
ελευθερία επιλογής του ατόμου, Είναι ο μόνος δρόμος για εσωτερική γαλήνη κι
ανακούφιση. Όσο βαθιά κι αν έχουμε προχωρήσει στον αρνητικό δρόμο, υπάρχει
πάντα η δυνατότητα επιλογής για μετάνοια κι επιστροφή. Όποιο κι αν είναι το
τίμημα που θα πληρώσουμε είναι προτιμότερο από το να συνεχίσουμε στον αρνητικό
δρόμο της εσωτερικής καταστροφής. Αναρωτιέμαι κατά πόσον το έχουμε αντιληφθεί
αυτό ως έθνος. Γιατί για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρασυρθήκαμε στον αρνητικό
δρόμο και τη γλύκα του νέκταρ-παγίδα. Παρότι βλέπουμε το αδιέξοδο στο οποίο μας
οδηγεί, ένα μεγάλο τμήμα του λαού μας συνεχίζει να οδεύει στον ίδιο δρόμο-άντε
με λίγη γκρίνια παραπάνω. Συνεχίζει να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του, συνεχίζει
να αδιαφορεί πλήρως για το Θεό και τους υπολοίπους, συνεχίζει να κλέβει το συνάνθρωπο και να ψηφίζει εκείνον
που θα τον βολέψει προσωπικά και ας καταστραφεί η χώρα. Ένα άλλο μεγάλο τμήμα όμως
έχει ταρακουνηθεί αρκετά ώστε να αμφισβητήσει την πορεία και τις επιλογές του. Ποιο
τμήμα θα υπερισχύσει, αυτό θα επηρεάσει σε σημαντικό βαθμό την πορεία του λαού μας.
Τα πιο βασικά στοιχεία είναι η ανάκτηση της αληθινής πίστης στο Θεό,
και το ενδιαφέρον για τους άλλους. Το ‘εγώ να γίνει εμείς’ να μην είναι απλά
λογοτεχνική ρήση, αλλά να γίνει και λίγο πράξη στην καθημερινότητα. Αλλιώς θα
συνεχίσουμε να χτυπούμε το κεφάλι μας στο ίδιο αδιέξοδο και να επιλέγουμε να ανεχόμαστε
αντίστοιχης ποιότητας πολιτικές και πολιτικούς.