Στο προηγούμενο άρθρο μιλήσαμε για το πώς αναγνωρίζουμε έναν ναρκισσιστή. Σε αυτό το άρθρο θα μιλήσουμε για το πώς τον αντιμετωπίζουμε. Αρχικά, εξαρτάται από τι είδους σχέση έχουμε μαζί του και πόσο μας ενδιαφέρει η συνέχιση αυτής της σχέσης. Άλλη είναι η αντιμετώπιση ενός νάρκισσου αφεντικού στη δουλειά, άλλη για ένα μέλος της οικογενείας μας, άλλη για τον σύντροφό μας. Ας ξεκινήσουμε με τις πιο κοντινές σχέσεις, καθώς εκείνες είναι που δημιουργούν την μεγαλύτερη ψυχική αναστάτωση.
Το πρώτο πράγμα που χρειάζεται για να ξεφύγει κανείς από τον ψυχολογικό ‘μύλο’ που προκαλεί η σχέση με έναν ναρκισσιστή είναι να αναγνωρίσει το ‘θύμα’ τη διαταραχή. Η Ναρκισσιστική Διαταραχή Προσωπικότητας είναι γνωστή στην ψυχιατρική εδώ και δεκαετίες, αναλυτικά μελετημένη και καταχωρημένη στους καταλόγους διαταραχών. Με μια απλή περιήγηση στο διαδίκτυο μπορείτε να βρείτε πολλές ιστοσελίδες που αναφέρονται σε αυτήν. Ενημερωθείτε για τα συμπτώματά της. Προκαλεί μεγάλη ανακούφιση να μπορέσετε να βάλετε ένα όνομα σε αυτή τη χαοτική συμπεριφορά που εισπράττετε, καθώς οι αντιδράσεις του ναρκισσιστή ταλαντεύονται ανάμεσα σε άκρα και προκαλούν μεγάλη σύγχυση σε όσους είναι κοντά του. Όταν αναγνωρίσετε ότι πρόκειται για συγκεκριμένη διαταραχή, με προβλέψιμα συμπτώματα και εξέλιξη, ανακουφίζεστε από την αγωνιώδη αμφιβολία ‘μήπως κάνω κάτι εγώ λάθος;’ Αυτό είναι ιδιαίτερα έντονο στη σχέση με έναν ναρκισσιστή καθώς τείνουν να έλκουν γύρω τους μεγάλο αριθμό θαυμαστών με τις δικές τους μεθόδους προσέλκυσης και σαγήνευσης.
Η μεγάλη δύναμη της ερμηνείας της συμπεριφοράς μέσω της επιστήμης είναι η αναγνώριση ότι εφόσον υπάρχει διαταραχή, δεν υπάρχει τίποτα που μπορείτε εσείς να κάνετε για να τον αλλάξετε. Οι διαταραχές αλλάζουν όταν: α)το άτομο που υποφέρει αποφασίζει ότι θέλει να αλλάξει, β)η βοήθεια αυτή μπορεί να δοθεί από κατάλληλο επαγγελματία και συστηματικά. Δεν μπορεί να αλλάξει αν εσείς του φερθείτε γλυκά ή άγρια, ή αν εσείς του εξηγήσετε λιγότερο ή περισσότερο σχετικά με τα λάθη της συμπεριφοράς του.
Το άλλο σημαντικό πλεονέκτημα της αναγνώρισης της διαταραχής είναι ότι σταματάτε να έχετε μη ρεαλιστικές προσδοκίες αγάπης κι ενδιαφέροντος από έναν ναρκισσιστή. Σε αυτού του είδους τη διαταραχή, το άτομο έχει περιορισμένη γνωστική δυνατότητα για ενσυναίσθηση, να μπει δηλαδή στη θέση του άλλου, να καταλάβει πώς νιώθει. Η αδυναμία αυτή δεν είναι προσωπική, ισχύει για όλους. Η αναμονή ανιδιοτελούς αγάπης είναι μάταιη. Δεν δίνει αυτήν την αγάπη ούτε σε άλλους, έστω κι αν θέλει να δείχνει ότι την δίνει. Καθορίζετε τα δικά σας ψυχικά όρια με το να περιορίζετε τις προσδοκίες σας κι έτσι προστατεύετε τον εαυτό σας. Με άλλα λόγια, δεν μπορεί να σας πληγώσει όταν δεν περιμένετε φροντίδα κι αγάπη από εκείνον.
Αν δεν γίνεται κακοποιητικός κι αν δεν βάλλεται η αυτοεκτίμησή σας με τον εγωκεντρισμό του, μπορείτε να μάθετε να αλληλεπιδράτε μαζί του όσο είναι αναπόφευκτο. Η Elinor Greenberg, ψυχοθεραπεύτρια με ειδίκευση στη Ναρκισσιστική Διαταραχή, αναφέρει ότι δεν έχει νόημα να κάνει κανείς απευθείας παράπονα στον ναρκισσιστή σε δεύτερο ενικό. Είναι προτιμότερο να χρησιμοποιεί γενικόλογες φράσεις όπως «ας δούμε πώς μπορούμε να κάνουμε τη σχέση να δουλέψει», ώστε η κριτική να προκύψει κάπως έμμεσα, ενώ είναι χρήσιμο να είναι κανείς πολύ ξεκάθαρος σχετικά με τα όριά του. Για παράδειγμα, δεν μπορεί να διαπραγματευτεί κάποιος εύκολα με έναν ναρκισσιστή σχετικά π.χ. με το ποια ταινία θα δουν στο σινεμά. Μόνο αν είναι αποφασισμένος από πριν και με κάποια καλή δικαιολογία την οποία θα προβάλλει σθεναρά και χωρίς αμφισβήτηση, π.χ. «δεν βλέπω ταινίες τρόμου, γιατί μου προκαλούν ταχυπαλμία», μόνο τότε μπορεί να πετύχει κάποια πράγματα στη διαπραγμάτευση με τον ναρκισσιστή. Είναι κουραστικό και δύσκολο, καθώς νιώθει κανείς ότι πρέπει να βρίσκεται σε διαρκή εγρήγορση. Εκτός κι αν δεν μπορεί κάποιος να κάνει διαφορετικά, η ειδικός προτείνει να αναρωτηθεί αν αξίζει τόσος κόπος, αν αξίζει να παραμένει κανείς στη σχέση με έναν ναρκισσιστή.
Πρεκατέ Βικτωρία, 13/10/2020, www.brightplanet.blogspot.gr