Σε μια εποχή που οι εκπαιδευτικοί έχουν μπει-αδίκως- στο
στόχαστρο κοινωνίας και πολιτείας, με ανακριβείς γενικεύσεις, συκοφαντίες και
ψεύδη σχετικά με το ρόλο των εκπαιδευτικών, τη συμπεριφορά και την εργατικότητά
τους, το άρθρο αυτό δεν έχει ως
στόχο να συμβάλλει στην καταδίωξη του κλάδου μας, αλλά απεναντίας να προστατέψει τον κλάδο μας, όπως επίσης –και
πρωτίστως- τα παιδιά. Το κεντρικό
επιχείρημα του άρθρου είναι ότι θα πρέπει να ορισθεί ένα ακριβές και σαφές
πλαίσιο κανόνων συμπεριφοράς των εκπαιδευτικών προς τα παιδιά (κυρίως όσον
αφορά την προστασία των παιδιών από λεκτική/σωματική/σεξουαλική κακοποίηση),
όπως υπάρχει σε άλλες χώρες, το οποίο θα
εφαρμόζεται αυστηρά από το σύλλογο και τις διευθύνσεις, ούτως ώστε και να
προστατεύονται τα παιδιά, αλλά και να απομονώνονται τα λίγα εκείνα άτομα
εκείνα που παραβαίνουν τον κώδικα, χωρίς να λοιδορείται ολόκληρος ο κλάδος.
Η εφαρμογή δε ξεκάθαρων και λεπτομερών κανόνων δεν αφήνουν περιθώρια για
γενικόλογους και αφηρημένους αφορισμούς που προτείνονται σήμερα, τύπου ‘εκτελεί
πλημμελώς τα καθήκοντά του’, οι οποίοι οδηγούν εκπαιδευτικούς προς διαθεσιμότα-απόλυση,
όχι με αξιοκρατικά κριτήρια, αλλά ανάλογα με τα κριτήρια της αρεσκείας του
εκάστοτε ιθύνοντα.
Όσον αφορά τα εργασιακά δικαιώματα ατόμων που κακοποιούν
παιδιά, θα πρέπει να κατανοήσουμε ότι προηγούνται τα δικαιώματα του παιδιού από
τα εργασιακά δικαιώματα του οποιουδήποτε! Υπάρχει δραστηριοποίηση και ακούμε
τακτικά στον τύπο για τα δικαιώματα
ατόμων με ειδικές ανάγκες, τα δικαιώματα των γυναικών, τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων,
τα δικαιώματα των κρατουμένων, τα δικαιώματα των αλλοδαπών, όλα πολύ καλά και
απολύτως σεβαστά, όμως σχεδόν πάντα αφορούν τον ενήλικο πληθυσμό! Τα δικαιώματα
του παιδιού έχουν παραγκωνισθεί σε μία φιλολογική συζήτηση για σχολικά
εγχειρίδια. Στην πράξη, τα δικαιώματα του παιδιού αφήνονται σχεδόν αποκλειστικά στην ικανότητα (ή
μη) του εκάστοτε γονέα να υπερασπιστεί
το παιδί του. Η προστασία του παιδιού είναι υποχρέωση όλων μας και θα
έπρεπε να είναι η υπ’ αριθμόν ΕΝΑ προτεραιότητα οποιασδήποτε κοινωνίας. Τα
δικαιώματα οποιασδήποτε άλλης ενήλικης κοινωνικής ομάδας ΕΠΟΝΤΑΙ. Τα παιδιά
είναι ό,τι πολυτιμότερο υπάρχει σε μια κοινωνία, είναι το μέλλον της και
ταυτόχρονα το μοναδικό ίσως ζωντανό κύτταρο αθωότητας και χαράς που έχει
απομείνει στις ανθρώπινες κοινωνίες
(παρά τις επίμονες προσπάθειες
των ΜΜΕ-Διαδικτύου να τα διαφθείρουν και να τα μυήσουν στη βία, στην
απληστία, στον ανταγωνισμό, στην σεξουαλικοποίηση των σχέσεων και στον εγωκεντρισμό).
Ο εκπαιδευτικός της δημόσιας εκπαίδευσης είναι λειτουργός
του κράτους κι εκπροσωπεί την κρατική εξουσία. Ο γονιός εμπιστεύεται στον
λειτουργό να βοηθήσει το παιδί του να μάθει και να αναπτυχθεί μαθησιακά και
ψυχοκοινωνικά. Παρότι η πλειοψηφία των εκπαιδευτικών επιτελεί αυτό το έργο με
αγάπη, υπευθυνότητα και ενδιαφέρον, υπάρχουν, όπως σε κάθε χώρο, οι λίγες
εκείνες εξαιρέσεις ατόμων με προσωπικά προβλήματα ή κακή βούληση, που θα
προσπαθήσουν να κακοποιήσουν το παιδί λεκτικά, σωματικά ή/και σεξουαλικά. Κι
ενώ υπάρχουν γονείς, οι οποίοι αδίκως κι
ενδεχομένως με υστεροβουλία εκσφενδονίζουν μηνύσεις κατά εκπαιδευτικών για
ασήμαντα πράγματα, υπάρχουν ταυτόχρονα πολλοί άλλοι, που νιώθουν εντελώς
αδύναμοι να υπερασπιστούν τα παιδιά τους (τα οποία ενδεχομένως κακοποιούνται
ακόμη και σεξουαλικά από εκπαιδευτικούς), επειδή ακριβώς η πολιτεία μας κωφεύει,
ο σύλλογος εκπαιδευτικών δεν θέλει να ξέρει, οι διευθυντές δεν θέλουν να
μπλέξουν, οι προϊστάμενες διευθύνσεις δεν ξέρουν τι να κάνουν. Έτσι, ακόμη κι όταν οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί/διευθυντές έχουν υποψίες για ασυνήθιστη ή περίεργη
συμπεριφορά συναδέλφου, κάνουν πως δεν βλέπουν κι αφήνουν όλο το βάρος της υπεράσπισης
του παιδιού στην πάμφτωχη κι εξασθενημένη μάνα της μονογονεϊκής οικογένειας ή
τον αλλοδαπό εργάτη-πατέρα, που πασχίζει
να βγάλει τα προς το ζην σε ένα εχθρικό κλίμα. Ακόμη και τότε όμως, δύσκολα θα
βρουν το δίκιο τους, καθώς η κοινωνία μας βρίσκεται ακόμη σε απόλυτη
στρουθοκαμηλική άρνηση σχετικά με το φαινόμενο της παιδικής κακοποίησης, ‘αν κάνω ότι δεν το βλέπω, τότε σημαίνει ότι δεν υπάρχει’! Είναι δεδομένο ότι σε κάθε χώρο που
κινούνται παιδιά -και αυτό έχει διαπιστωθεί πολλάκις στην διεθνή βιβλιογραφία-
είναι δεδομένο ότι οι παιδόφιλοι θα αναζητήσουν να εργαστούν επί
πληρωμή ή εθελοντικά σε χώρους που συχνάζουν παιδιά (σχολεία, κατασκηνώσεις,
αθλητικούς συλλόγους, φροντιστήρια και κυρίως ιδρύματα, καθώς εκεί βρίσκονται
πολλά απροστάτευτα παιδιά). Το
φαινόμενο έχει παρατηρηθεί παντού, το μόνο σίγουρο είναι ότι συμβαίνει και στη
χώρα μας, όπως συμβαίνει οπουδήποτε αλλού, για αυτό και οφείλουμε να
λειτουργήσουμε υπεύθυνα και με πρόληψη, όχι να τρέχουμε εκ των υστέρων δίνοντας
τροφή για παχείς τίτλους εφημερίδων τύπου ‘αισχροί καθηγητές’, που θα
προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν την πληροφορία και να τη γενικεύσουν, ώστε να
εξυπηρετήσουν άλλες ατζέντες και να στοχοποιήσουν ολόκληρο τον κλάδο. Αν ένας
παιδόφιλος έχει παρεισφρήσει στο εκπαιδευτικό σύστημα, σε αυτό ευθύνεται το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα που του το επέτρεψε. Οι παιδόφιλοι
δεν πέφτουν ξαφνικά από τον ουρανό, όπως παραπλανητικά τα ΜΜΕ θέλουν να μας πείσουν
σε κάθε συνέντευξη άφωνων γειτόνων ‘μα πού να το φανταστώ, ήταν τόσο ευγενικός και
καλός κι όμως ήταν ένα τέρας…’. Το μεγαλύτερο ‘τέρας’ εδώ είναι η συνειδητή
τύφλωση και κώφωση μιας ολόκληρης κοινωνίας, καθώς οι παιδόφιλοι, αν παρατηρήσει κανείς τη
συμπεριφορά τους προσεκτικά, πάντα δίνουν ενδείξεις. Οι παιδόφιλοι έχουν πολλή
υπομονή και θα δουλέψουν αργά και μεθοδικά για να πετύχουν το σκοπό τους. Δεν
είναι κουτοί για να πέσουν με τα μούτρα σε κακοποίηση παιδιού που θα τους
εκθέσει. Δείχνουν υπερβολικό ζήλο για τη δουλειά τους και υπερβολική προθυμία.
Συχνά δείχνουν υπερβολική διάθεση να κάνουν τις δουλειές συναδέλφων ή να γίνουν
‘το καλύτερο παιδί’ στο χώρο εργασίας,
να είναι αρεστοί, ώστε κανείς να μην θέλει να χαλάσει σχέσεις μαζί τους. Η
υπερβολική προθυμία του παιδόφιλου στο χώρο εργασίας με παιδιά, θα πρέπει να
προβληματίσει κι όχι να επαναπαύσει. Για ποιο λόγο, κάποιος εκπαιδευτικός
τρέχει να κάνει τις δουλειές άλλων, σε τι αποσκοπεί; Συχνά δουλεύουν
συστηματικά, ώστε να χτίσουν ένα αξιοζήλευτο ακαδημαϊκό και επιστημονικό
προφίλ, ίσως ακόμη και να ανέβουν στην ιεραρχική σκάλα της εξουσίας. Όσο πιο
ψηλά στην εξουσία βρίσκονται, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να τους αντιταχθεί
κάποιος γονιός. Στο εξωτερικό έχουν κατά καιρούς γίνει συλλήψεις υψηλών
κυβερνητικών αξιωματούχων που ήταν
παιδόφιλοι. Ο παιδόφιλος θα επιλέξει τα θύματά του πολύ προσεκτικά. Θα
επιλέξει αδύναμα παιδιά, ευάλωτα συναισθηματικά, παιδιά με χαμηλή αυτοεκτίμηση,
παιδιά που δεν θα μιλήσουν, ή που δεν έχουν το περιβάλλον να τα προστατέψει. Θα
δείξουν υπερβολικό ενδιαφέρον για το παιδί, σαν να ήταν ο καλύτερός τους φίλος,
με υπερβολική και ύποπτη τρυφερότητα. Θα προσπαθήσουν να απομονώσουν το παιδί και
να περνούν ατελείωτες ώρες μαζί του. Είναι χαρακτηριστική κίνηση παιδόφιλων
είναι ότι θα προσπαθήσουν να μείνουν μόνοι με το παιδί, ότι θέλουν να τραβούν
φωτογραφίες με το παιδί, ή ότι θα προσπαθήσουν να του δείξουν διάφορες εικόνες
στον υπολογιστή-αρχικά αθώες, για να προχωρήσουν σε άλλα θεάματα .
Να γιατί εδώ
είναι πολύ σημαντικό να υπάρχει ξεκάθαρος κανόνας στα σχολεία και τα ιδρύματα, που
να απαγορεύει να βρίσκεται ένας εκπαιδευτικός μόνος σε αίθουσα με παιδί με τις πόρτες
κλειστές. Θα πρέπει πάντα οποιαδήποτε επαφή εκπαιδευτικού-παιδιού να είναι
ορατή σε άλλα ενήλικα άτομα, σε κοινό και ανοιχτό χώρο. Επίσης, όσο αυστηρό κι
αν ακούγεται, θα πρέπει να απαγορευτεί και στη χώρα μας, όπως στην Αγγλία και τις ΗΠΑ,
οποιοδήποτε άγγιγμα από εκπαιδευτικό σε παιδί. Βεβαίως, στην πλειονότητα των
περιπτώσεων ένα χάδι στα μαλλιά ή ένα απαλό χτύπημα στην πλάτη είναι αυθόρμητες
εκδηλώσεις αγάπης κι ενθάρρυνσης από εκπαιδευτικό προς παιδί. Δυστυχώς όμως οι
παιδόφιλοι θα χρησιμοποιήσουν όλα τα πιθανά περιθώρια, για να περάσουν από το
όριο του αθώου αγγίγματος στο κακοποιητικό άγγιγμα (όπως π.χ. ο εκπαιδευτικός που
θα πάρει το παιδί στα γόνατά του και το δήθεν αθώο χάδι από το κεφάλι, θα κατεβαίνει στην πλάτη κλπ., όσο το
περιβάλλον το ανέχεται και δεν λέει τίποτα). Ακόμη κι αν οι άλλοι δείξουν
δυσφορία, μπορεί εύκολα να αντικρούσει ‘μα δεν έκανα τίποτα, μια εκδήλωση
τρυφερότητας ήταν’. Στο εξωτερικό, π.χ.
στην Αγγλία όπου δούλευα σε σχολείο, είναι γνωστοί οι χειρισμοί των δραστών
σχετικά με τα ασαφή όρια στο άγγιγμα, και για αυτό έχει θεσπιστεί ένας σαφής, ξεκάθαρος κανόνας ‘δεν ακουμπάμε τα παιδιά καθόλου’,
που δεν αφήνει κανένα περιθώριο. Χωρίς
σαφείς κανόνες και σε συνδυασμό με την παντελώς αδιάφορη ελληνική κοινωνία και
πολιτεία, την έλλειψη ενημέρωσης για το θέμα και το στρουθοκαμηλισμό της δήθεν
σεμνοτυφίας, οι παιδόφιλοι αφήνονται σήμερα ελεύθεροι να δράσουν. Τα ποσοστά
των κατά τα άλλα καθόλα αξιοπρεπών ατόμων που συλλαμβάνονται για κατοχή και
χρήση παιδικής πορνογραφίας, θα έπρεπε να μας έχουν θορυβήσει εδώ και καιρό,
αλλά δυστυχώς, η πλήρης ύπνωση και άρνηση βασιλεύουν σε έναν ακόμη τομέα της κοινωνίας
μας.
Θα πρέπει επίσης ταυτόχρονα να υπάρχει γραμμή ή γραφείο καταγγελιών, όπου
θα μπορούν εκπαιδευτικοί και γονείς να λένε, έστω και ανώνυμα, την
καταγγελία τους, η οποία θα διερευνάται.
Όχι για να πάει ο εκπαιδευτικός κατευθείαν για διαθεσιμότητα, όπως καταχρηστικά
γίνεται τελευταία σχετικά με τις ανώνυμες καταγγελίες, αλλά πραγματικά για να διερευνάται
κατά πόσον ο εκπαιδευτικός έχει παραβεί τα όρια (και εδώ η ευθύνη ανήκει
κυρίως στο διευθυντή του σχολείου, που πρέπει να είναι ενημερωμένος και να μην –ευθυνόφοβα-
εθελοτυφλεί). Η δυνατότητα για μια υπηρεσία, υποστηρικτική, όπου θα μπορεί ο συνάδελφος ή γονιός να καταγγέλλει,
χωρίς να φοβάται αντίποινα, είναι απαραίτητη. Όχι για ‘κάρφωμα’ και δολοπλοκίες’,
αλλά γιατί πολύ απλά πολλοί εκπαιδευτικοί , αλλά και διευθυντές, έχουν κατά
καιρούς υποψίες ή ενδείξεις ακατάλληλης συμπεριφοράς από συναδέλφους, αλλά φοβούνται
να αναφέρουν από το φόβο ‘μη μπλέξουν’, ειδικά σε ένα σύστημα που δεν θέλει να
γνωρίζει και θα τους ζητήσει κι εξηγήσεις. Βεβαίως σε ένα κλίμα γενικότερης απαξίωσης,
γενικευμένου διωγμού, ατιμωρησίας των ενόχων και ταπείνωσης των αθώων είναι δύσκολο να λειτουργήσουν σωστά τέτοιοι θεσμοί. Όμως πρέπει
να το προσπαθήσουμε παρά ταύτα, καθώς η παιδική προστασία είναι υπεράνω όλων.
Ποιοι είναι λοιπόν οι κανόνες εκείνοι που θα πρέπει να είναι
ξεκάθαρα και ρητά γνωστοί σε όλη την εκπαιδευτική κοινότητα, και θα εμποδίσουν
την κακοποίηση του παιδιού από τον εκπαιδευτικό; Παρατίθεται μια
επιλογή από το Standards
for the Education, Competence and Professional Conduct of Educators in British Columbia
Teachers Council της Νέας Υόρκης. Οι
κανόνες είναι πολύ αναλυτικοί και θα ήταν απαραίτητο να τους συμβουλευτούν οι
παραγωγοί εκπαιδευτικής πολιτικής και διοίκησης, οι ίδιοι οι εκπαιδευτικοί,
καθώς και πανεπιστημιακοί στο χώρο της εκπαίδευσης. Παραδείγματα αναλυτικών
κανόνων, πρωτοκόλλων και συνοδευτικών εγγράφων καταγγελίας προς διερεύνηση είναι
π.χ. όταν
ένας εκπαιδευτικός χτυπήσει ένα παιδί (παρότι η σωματική τιμωρία έχει
απαγορευτεί και στη χώρα μας, υπάρχουν περιπτώσεις που εξακολουθεί να συμβαίνει). Ή όταν ένας εκπαιδευτικός αντιλαμβάνεται
ότι το παιδί κακοποιείται , π.χ. στο σπίτι του (η συγκάλυψη αποτελεί ποινικό αδίκημα). Άλλο
παράδειγμα είναι η
ρητή και ξεκάθαρη απαγόρευση της λεκτικής κακοποίησης από εκπαιδευτικούς προς μαθητές,
όπως απαγόρευση ‘γλώσσας που προκαλεί φόβο και αναστάτωση, διάκρισης σε σχέση
με εθνικότητα, χρώμα φύλο, σεξουαλικό προσανατολισμό, ειδικές ανάγκες, γλώσσας
που απειλεί, γλώσσας που μειώνει και γελοιοποιεί τους μαθητές. Οι εκπαιδευτικοί
είναι υπεύθυνοι για τη συναισθηματική και σωματική ασφάλεια των μαθητών. Πρέπει
συμπεριφέρονται στους μαθητές με σεβασμό και αξιοπρέπεια. Οι εκπαιδευτικοί δεν
κακοποιούν και δεν εκμεταλλεύονται τους μαθητές για προσωπικό, ιδεολογικό,
υλικό ή σεξουαλικό όφελος. Οι
εκπαιδευτικοί αποτελούν πρότυπα και πρέπει να φέρονται με ηθική ακεραιότητα και
αξιοπρέπεια. Οι ξεκάθαρες και ρητές οδηγίες που θα απαγορεύουν τη σωματική,
λεκτική και σεξουαλική βία από εκπαιδευτικούς προς παιδιά, αλλά ταυτόχρονα θα
δίνουν σαφείς κατευθύνσεις πώς να διαχειριστούν τέτοιες περιπτώσεις, είναι
απαραίτητες, όχι μόνο για τα παιδιά, αλλά και για εμάς τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς,
όπως απαραίτητη είναι και η δίκαιη και απαρέγκλιτη εφαρμογή τους, χωρίς φόβους ‘μπλεξίματος’ ή πελατειακών-κομματικών
συγκαλύψεων. Μπορεί να ακούγεται ουτοπία σε μια χώρα, όπου παραβιάζεται κάθε
έννοια αξιοκρατίας και δικαίου, όμως ο χώρος της εκπαίδευσης είναι ένα από τα βασικά και
υγιή –ακόμη- κύτταρα της κοινωνίας μας. Οφείλει να προστατεύσει την ομαλή λειτουργία του κλάδου της,
αποβάλλοντας εκείνους που προσβάλλουν το λειτούργημα του εκπαιδευτικού, αποκλείοντας οποιοδήποτε περιθώριο εκμετάλλευσης του χώρου από κακόβουλα και ξένα, προς τις αρχές της εκπαίδευσης, άτομα, και προστατεύοντας, πάνω από όλα, τα
παιδιά.