Τις προάλλες ήμουν σε οικογενειακό σπίτι στην εξοχή. Ο γείτονας, πολύ ηλικιωμένος και πολύ φιλόζωος, έχει υπό την προστασία του ένα αδέσποτο, του έχει φτιάξει σπιτάκι έξω από την αυλή του, του δίνει καθημερινά φαγητό, του κάνει παρέα και ο δήμος το εμβολίασε, το στείρωσε και το επέστρεψε στον φυσικό του χώρο. Δεν κινδυνεύει από όχημα γιατί είναι χωματόδρομοι με ελάχιστη κίνηση, εν ολίγοις είναι από τις πιο επιτυχημένες περιπτώσεις φροντίδας αδέσποτων που έχω δει.
Τις προάλλες λοιπόν, το σκυλάκι είχε έρθει έξω από την πόρτα μας και γάβιγιζε δυνατά, γαβ, γαβ, ασταμάτητα. Βρε τι έπαθε, μάλλον θα είδε καμιά γάτα. Γαβ, γαβ, γαβ, δεν σταμάταγε, πάω στην πόρτα και το βλέπω, αλλά δεν κοιτούσε εμένα, κοιτούσε πλαγίως αριστερά και χοροπηδούσε από το γάβγισμα. Κοιτάω αριστερά, αλλά δεν φαινόταν τίποτα. Βγαίνω έξω, κοιτάω πιο πέρα, εκεί που κοιτούσε ο σκύλος και βλέπω από μακριά τον ηλικιωμένο γείτονα να έχει πέσει κάτω στον δρόμο, μέσα στα αίματα. Τρέχω, τον σηκώνω, φωνάζω βοήθεια, δεν μπορούσε να σηκωθεί, κι είχε σκίσει τα χείλια του και τα χέρια του. Τέλος πάντων, καλέσαμε βοήθεια, ήρθαν οι δικοί του, πρώτες βοήθειες, συνήλθε ο άνθρωπος. Μάλλον είχε ζαλιστεί από τον ήλιο, παραπάτησε στον δρόμο, χτύπησε και δεν μπορούσε να σηκωθεί. Αν όμως δεν ήταν ο σκύλος να με ειδοποιήσει να βγω έξω, ο κύριος μπορεί να ήταν για πολλή ώρα πεσμένος κάτω στον ήλιο, αιμορραγώντας...Αυτά λοιπόν με το σκυλάκι. Το αδέσποτο.